Λιτότητα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: λιτότητα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
спестовност, пестеливост, пестеливостта, спестовността, втора ръка
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λιτότητα
λιτότητα συνώνυμα, λιτότητα μετάφραση, μπαρόζο λιτότητα, λιτότητα wiki, λιτότητα σχήμα λόγου, λιτότητα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, λιτότητα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- λιρέτα στα βουλγαρικά - лира, Lira, лирата, лири и
- λιτός στα βουλγαρικά - пестелив, пестеливи, икономичен, пестелива
- λιχνίζω στα βουλγαρικά - пресявам, подбирам, отвявам, вея, отвееш
- λιχουδιά στα βουλγαρικά - изящество, деликатес, деликатност, лакомство, изтънченост
Τυχαίες λέξεις
Λιτότητα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: спестовност, пестеливост, пестеливостта, спестовността, втора ръка
Μεταφράσεις: спестовност, пестеливост, пестеливостта, спестовността, втора ръка