Λιτότητα στα πολωνικά
Μετάφραση: λιτότητα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
oszczędność, skromność, zapobiegliwość, oszczędzanie, ekonomia, zapobiegliwości
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λιτότητα
λιτότητα συνώνυμα, λιτότητα μετάφραση, μπαρόζο λιτότητα, λιτότητα wiki, λιτότητα σχήμα λόγου, λιτότητα λεξικό γλώσσας πολωνικά, λιτότητα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- λιρέτα στα πολωνικά - lir, lira, liry, lirów, lir za
- λιτός στα πολωνικά - zbawienny, lakoniczny, lapidarny, wstrzemięźliwy, oszczędny, prosty, zwięzły, ...
- λιχνίζω στα πολωνικά - przesiewać, przebierać, wiać, przewiać, przesiać, odplewić, winnow, ...
- λιχουδιά στα πολωνικά - kawałek, frykas, przysmak, delikatność, subtelność, delicja, kąsek, ...
Τυχαίες λέξεις
Λιτότητα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: oszczędność, skromność, zapobiegliwość, oszczędzanie, ekonomia, zapobiegliwości
Μεταφράσεις: oszczędność, skromność, zapobiegliwość, oszczędzanie, ekonomia, zapobiegliwości