Λιτότητα στα νορβηγικά
Μετάφραση: λιτότητα, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sparsommelighet, brukt, nøysomhet, veldedighets, bruktbutikk
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λιτότητα
λιτότητα συνώνυμα, λιτότητα μετάφραση, μπαρόζο λιτότητα, λιτότητα wiki, λιτότητα σχήμα λόγου, λιτότητα λεξικό γλώσσας νορβηγικά, λιτότητα στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- λιρέτα στα νορβηγικά - lire, Lira
- λιτός στα νορβηγικά - kort, sparsommelig, sparsomme, Thrifty, et økonomisk
- λιχνίζω στα νορβηγικά - renske, winnow, renske seg, må renske, må renske seg
- λιχουδιά στα νορβηγικά - lekkerbisken, finfølelse, delikatesse, delikatessen
Τυχαίες λέξεις
Λιτότητα στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: sparsommelighet, brukt, nøysomhet, veldedighets, bruktbutikk
Μεταφράσεις: sparsommelighet, brukt, nøysomhet, veldedighets, bruktbutikk