Λιτότητα στα ιταλικά
Μετάφραση: λιτότητα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
parsimonia, risparmio, di risparmio, la parsimonia, frugalità
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λιτότητα
λιτότητα συνώνυμα, λιτότητα μετάφραση, μπαρόζο λιτότητα, λιτότητα wiki, λιτότητα σχήμα λόγου, λιτότητα λεξικό γλώσσας ιταλικά, λιτότητα στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- λιρέτα στα ιταλικά - lira, lire, di lire
- λιτός στα ιταλικά - astinente, sobrio, parsimonioso, Thrifty, parsimoniosi, Thrifty di, parsimoniosa
- λιχνίζω στα ιταλικά - vagliare, ventilerai, winnow, di vagliare, disperderà
- λιχουδιά στα ιταλικά - boccone, finezza, delicatezza, prelibatezza, squisitezza, la delicatezza
Τυχαίες λέξεις
Λιτότητα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: parsimonia, risparmio, di risparmio, la parsimonia, frugalità
Μεταφράσεις: parsimonia, risparmio, di risparmio, la parsimonia, frugalità