Λιτότητα στα τούρκικα
Μετάφραση: λιτότητα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tutumluluk, tasarruf, thrift, ucuzcu, çünkü tasarruf
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λιτότητα
λιτότητα συνώνυμα, λιτότητα μετάφραση, μπαρόζο λιτότητα, λιτότητα wiki, λιτότητα σχήμα λόγου, λιτότητα λεξικό γλώσσας τούρκικα, λιτότητα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- λιρέτα στα τούρκικα - lira, lirası, lirasının, Liras, lirası olarak ifade edilmiştir
- λιτός στα τούρκικα - tutumlu, Thrifty, tasarruflu, tutumlu bir
- λιχνίζω στα τούρκικα - ayıklamak, yaba, winnow, harman savurmak, ayırmak
- λιχουδιά στα τούρκικα - incelik, Delikates, bir incelik, nezaket, zayıflık
Τυχαίες λέξεις
Λιτότητα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: tutumluluk, tasarruf, thrift, ucuzcu, çünkü tasarruf
Μεταφράσεις: tutumluluk, tasarruf, thrift, ucuzcu, çünkü tasarruf