Στέγνωμα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: στέγνωμα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сух, сухо, суха, химическо, сухото
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στέγνωμα
στέγνωμα χειλιών, στέγνωμα λίπους, στέγνωμα μαλλιών, στέγνωμα λαιμού, στέγνωμα με φυσούνα, στέγνωμα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, στέγνωμα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- στάχτη στα βουλγαρικά - пепел, ясен, сгурия, саждите, сажди не, сажди да
- στέγαση στα βουλγαρικά - жилищния, жилища, помещение, жилище, жилищно строителство, корпус, жилищен
- στέκα στα βουλγαρικά - реплика, щека, тъкмо навреме, бияч
- στέλεχος στα βουλγαρικά - пенис, член, чиновник, стебло, ствол, стволови, стъбло, ...
Τυχαίες λέξεις
Στέγνωμα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: сух, сухо, суха, химическо, сухото
Μεταφράσεις: сух, сухо, суха, химическо, сухото