Στέγνωμα στα εσθονικά
Μετάφραση: στέγνωμα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kuivatav, kuiv, keemiline, kuiva, kuivas, kuivad
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στέγνωμα
στέγνωμα χειλιών, στέγνωμα λίπους, στέγνωμα μαλλιών, στέγνωμα λαιμού, στέγνωμα με φυσούνα, στέγνωμα λεξικό γλώσσας εσθονικά, στέγνωμα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- στάχτη στα εσθονικά - saar, saarepuu, tuhk, tuhk ei, tuhka, räbust, šlakk
- στέγαση στα εσθονικά - majutus, ümbris, eluase, kohanemine, kokkulepe, elamispind, eluaseme, ...
- στέκα στα εσθονικά - kii, cue, löögikuuliga, kiid
- στέλεχος στα εσθονικά - luurama, tüvi, jälitama, ohvitser, kõmpima, liige, varretaoline, ...
Τυχαίες λέξεις
Στέγνωμα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kuivatav, kuiv, keemiline, kuiva, kuivas, kuivad
Μεταφράσεις: kuivatav, kuiv, keemiline, kuiva, kuivas, kuivad