Στέγνωμα στα νορβηγικά
Μετάφραση: στέγνωμα, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tørr, tørt, selskaps, tørre
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στέγνωμα
στέγνωμα χειλιών, στέγνωμα λίπους, στέγνωμα μαλλιών, στέγνωμα λαιμού, στέγνωμα με φυσούνα, στέγνωμα λεξικό γλώσσας νορβηγικά, στέγνωμα στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- στάχτη στα νορβηγικά - aske, ask, cinders, slagg
- στέγαση στα νορβηγικά - avtale, bolig, boliger, huset
- στέκα στα νορβηγικά - kø, cue, signalet, stikkordet
- στέλεχος στα νορβηγικά - embetsmann, lem, politimann, medlem, ledd, stilk, politikonstabel, ...
Τυχαίες λέξεις
Στέγνωμα στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: tørr, tørt, selskaps, tørre
Μεταφράσεις: tørr, tørt, selskaps, tørre