Στέγνωμα στα φινλανδικά
Μετάφραση: στέγνωμα, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kuiva, kuivaa, kuivassa, kuivalla
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στέγνωμα
στέγνωμα χειλιών, στέγνωμα λίπους, στέγνωμα μαλλιών, στέγνωμα λαιμού, στέγνωμα με φυσούνα, στέγνωμα λεξικό γλώσσας φινλανδικά, στέγνωμα στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- στάχτη στα φινλανδικά - tuhka, saarni, tuhkaa, kipinät, tuhkan, kuonan
- στέγαση στα φινλανδικά - asuminen, asunto, asuntotuotanto, majapaikka, huoneisto, mukautus, säiliö, ...
- στέκα στα φινλανδικά - biljardisauva, biljardikeppi, vihje, Cue, Cuen, lyöntipallo, mallia
- στέλεχος στα φινλανδικά - olki, virkailija, piipunvarsi, varsi, kalu, oksa, korsi, ...
Τυχαίες λέξεις
Στέγνωμα στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: kuiva, kuivaa, kuivassa, kuivalla
Μεταφράσεις: kuiva, kuivaa, kuivassa, kuivalla