Λαξευτής στα γαλλικά
Μετάφραση: λαξευτής, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
sculpteur, chiseler
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαξευτής
λαξευτής λεξικό γλώσσας γαλλικά, λαξευτής στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- λανθασμένος στα γαλλικά - faussement, mal, tort, faux, mauvais, mauvaise
- λανολίνη στα γαλλικά - lanoline, la lanoline, de lanoline, de la lanoline, lanolinique
- λαξεύω στα γαλλικά - buriner, découper, couper, ciseler, sculpter, graver, ciseau, ...
- λαρδί στα γαλλικά - graisse, saindoux, lard, entrelarder, larder, piquer, le saindoux, ...
Τυχαίες λέξεις
Λαξευτής στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: sculpteur, chiseler
Μεταφράσεις: sculpteur, chiseler