Λαξευτής στα λευκορωσικά
Μετάφραση: λαξευτής, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
махляр, ашуканец, махляра, шалбер, круцель
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαξευτής
λαξευτής λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, λαξευτής στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- λανθασμένος στα λευκορωσικά - няправільна
- λανολίνη στα λευκορωσικά - ланалін
- λαξεύω στα λευκορωσικά - секчы, сячы, рубіць
- λαρδί στα λευκορωσικά - сала, сало
Τυχαίες λέξεις
Λαξευτής στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: махляр, ашуканец, махляра, шалбер, круцель
Μεταφράσεις: махляр, ашуканец, махляра, шалбер, круцель