Λαξευτής στα ιταλικά

Μετάφραση: λαξευτής, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
scultore, chiseler, cesellatore, scalpellino
Λαξευτής στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λαξευτής

λαξευτής λεξικό γλώσσας ιταλικά, λαξευτής στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • λανθασμένος στα ιταλικά - sbagliato, male, errata, sbagliata, torto
  • λανολίνη στα ιταλικά - lanolina, lanoline, la lanolina, di lanolina
  • λαξεύω στα ιταλικά - scolpire, tagliare, HEW, sbozzare, sgrossare
  • λαρδί στα ιταλικά - lardellare, strutto, lardo, lo strutto, il lardo, di strutto
Τυχαίες λέξεις
Λαξευτής στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: scultore, chiseler, cesellatore, scalpellino