Λαξευτής στα τσεχικά
Μετάφραση: λαξευτής, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
sochař, otesávač
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαξευτής
λαξευτής λεξικό γλώσσας τσεχικά, λαξευτής στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- λανθασμένος στα τσεχικά - špatně, špatný, špatné, špatného, nesprávné
- λανολίνη στα τσεχικά - lanolín, lanolin, Lanolín
- λαξεύω στα τσεχικά - rydlo, vyřezat, krájet, sekat, rýč, nakrájet, sekáč, ...
- λαρδί στα τσεχικά - špikovat, sádlo, slanina, prošpikovat, vepřové sádlo, sádla, vepřového sádla, ...
Τυχαίες λέξεις
Λαξευτής στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: sochař, otesávač
Μεταφράσεις: sochař, otesávač