Λαξευτής στα ουγγρικά
Μετάφραση: λαξευτής, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szobrász, chiseler
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαξευτής
λαξευτής λεξικό γλώσσας ουγγρικά, λαξευτής στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- λανθασμένος στα ουγγρικά - ártatlanul, helytelenül, rossz, baj, helytelen, hibás, rosszul
- λανολίνη στα ουγγρικά - lanolin, lanolint
- λαξεύω στα ουγγρικά - farag, vág, Hew, vagdal
- λαρδί στα ουγγρικά - disznózsír, szalonna, sertészsír, disznózsírt, a disznózsír
Τυχαίες λέξεις
Λαξευτής στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: szobrász, chiseler
Μεταφράσεις: szobrász, chiseler