Λαξευτής στα ισπανικά

Μετάφραση: λαξευτής, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
escultor, chiseler, estafador, cincel
Λαξευτής στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λαξευτής

λαξευτής λεξικό γλώσσας ισπανικά, λαξευτής στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • λανθασμένος στα ισπανικά - mal, equivocado, malo, incorrecto, incorrecta
  • λανολίνη στα ισπανικά - lanolina, lanoline, de lanolina, la lanolina, con lanolina
  • λαξεύω στα ισπανικά - cincelar, escoplo, entallar, cincel, formón, cortar, labrar, ...
  • λαρδί στα ισπανικά - manteca, lardo, manteca de cerdo, la manteca de cerdo, la manteca, tocino
Τυχαίες λέξεις
Λαξευτής στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: escultor, chiseler, estafador, cincel