Λαξευτής στα ρουμανικά

Μετάφραση: λαξευτής, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
sculptor, chiseler
Λαξευτής στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λαξευτής

λαξευτής λεξικό γλώσσας ρουμανικά, λαξευτής στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • λανθασμένος στα ρουμανικά - greșit, greșită, gresit, rău, neregulă
  • λανολίνη στα ρουμανικά - lanolină, lanolina
  • λαξεύω στα ρουμανικά - tăia, Hew, Tăiați, toca, cioplește
  • λαρδί στα ρουμανικά - untură, untura, slănină, slanina, de untură
Τυχαίες λέξεις
Λαξευτής στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: sculptor, chiseler