Συναρπαστικός στα γαλλικά
Μετάφραση: συναρπαστικός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
joyeux, vivifiant, passionnant, excitant, passionnante, excitante, excitation
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συναρπαστικός
συναρπαστικός συνώνυμο, συναρπαστικόσ τι σημαινει, συναρπαστικός συνώνυμα, συναρπαστικός λεξικό γλώσσας γαλλικά, συναρπαστικός στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- συναρμολογώ στα γαλλικά - recueillir, assembler, plier, composer, assemblent, masser, rallier, ...
- συναρμολόγηση στα γαλλικά - amoncellement, meeting, collection, rassemblement, réunion, agrégation, agglomération, ...
- συνασπισμός στα γαλλικά - alliance, bloc, association, confédération, confédérer, championnat, société, ...
- συναυλία στα γαλλικά - accord, concert, consentement, acquiescement, concorde, assentiment, concerter, ...
Τυχαίες λέξεις
Συναρπαστικός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: joyeux, vivifiant, passionnant, excitant, passionnante, excitante, excitation
Μεταφράσεις: joyeux, vivifiant, passionnant, excitant, passionnante, excitante, excitation