Συναρπαστικός στα φινλανδικά
Μετάφραση: συναρπαστικός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
jännittävä, jännittävää, jännittäviä, jännittävän, jännittävään
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συναρπαστικός
συναρπαστικός συνώνυμο, συναρπαστικόσ τι σημαινει, συναρπαστικός συνώνυμα, συναρπαστικός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, συναρπαστικός στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- συναρμολογώ στα φινλανδικά - koostaa, koota, kerätä, kerääntyä, asentaa, kokoontua, kokoaa, ...
- συναρμολόγηση στα φινλανδικά - joukko, kokoelma, kokous, asennus, sopiva, asentamisesta, asentaminen, ...
- συνασπισμός στα φινλανδικά - allianssi, ryhmittymä, valtioliitto, kokoomus, yhteenliittymä, liittymä, yhdiste, ...
- συναυλία στα φινλανδικά - konsertti, konserttiliput, konsertin, konsertissa
Τυχαίες λέξεις
Συναρπαστικός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: jännittävä, jännittävää, jännittäviä, jännittävän, jännittävään
Μεταφράσεις: jännittävä, jännittävää, jännittäviä, jännittävän, jännittävään