Συναρπαστικός στα κροατικά
Μετάφραση: συναρπαστικός, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
uzbudljiv, uzbudljivo, uzbudljiva, uzbudljive, uzbudljivije
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συναρπαστικός
συναρπαστικός συνώνυμο, συναρπαστικόσ τι σημαινει, συναρπαστικός συνώνυμα, συναρπαστικός λεξικό γλώσσας κροατικά, συναρπαστικός στα κροατικά
Μεταφράσεις
- συναρμολογώ στα κροατικά - sklopiti, spojiti, sazvati, sastaviti, srediti, sravniti, usporediti, ...
- συναρμολόγηση στα κροατικά - sastajanje, skup, sklapanje, skupljanje, montaža, pogodan, dolikuje, ...
- συνασπισμός στα κροατικά - rodbinstvo, zajednica, ligi, koalicija, koaliciji, združenje, pobratimstvo, ...
- συναυλία στα κροατικά - koncertnoj, koncert, koncertni, sporazum, koncerta, koncertu, koncertna
Τυχαίες λέξεις
Συναρπαστικός στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: uzbudljiv, uzbudljivo, uzbudljiva, uzbudljive, uzbudljivije
Μεταφράσεις: uzbudljiv, uzbudljivo, uzbudljiva, uzbudljive, uzbudljivije