Αγορεύω στα γερμανικά

Μετάφραση: αγορεύω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
flehen, plädieren, bitten, berufen
Αγορεύω στα γερμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγορεύω

αγορεύω ομόρριζα, αγορεύω αρχικοί χρόνοι, αγορεύω κλίση αρχαία, αγορεύω σημασία, αγορεύω κλίση, αγορεύω λεξικό γλώσσας γερμανικά, αγορεύω στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • αγορίστικός στα γερμανικά - jungenhaft, jungenhaften, jungenhafte, knabenhaften
  • αγοραστής στα γερμανικά - kaufe, käufer, Käufer, Beim Kauf, Kunde, Käufers, Kunden
  • αγράμματος στα γερμανικά - dumm, unwissend, ungebildet, Analphabet, Analphabetin, Analphabeten, ungebildeten, ...
  • αγριοκοιτάζω στα γερμανικά - anblitzen, blendung, glanz, Glanz, blenden, Blendung, Blend, ...
Τυχαίες λέξεις
Αγορεύω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: flehen, plädieren, bitten, berufen