Αγορεύω στα ισλανδικά

Μετάφραση: αγορεύω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
flytja, biðja, reka, borið, bið
Αγορεύω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγορεύω

αγορεύω ομόρριζα, αγορεύω αρχικοί χρόνοι, αγορεύω κλίση αρχαία, αγορεύω σημασία, αγορεύω κλίση, αγορεύω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αγορεύω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αγορίστικός στα ισλανδικά - boyish
  • αγοραστής στα ισλανδικά - kaupandi, kaupanda, kaupandinn, verkkaupi
  • αγράμματος στα ισλανδικά - fávís, ólæsir, ólæs, ólæst, læs
  • αγριοκοιτάζω στα ισλανδικά - glampi
Τυχαίες λέξεις
Αγορεύω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: flytja, biðja, reka, borið, bið