Αγορεύω στα ισπανικά

Μετάφραση: αγορεύω, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
abogar, alegar, implorar, declararse, invocar
Αγορεύω στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγορεύω

αγορεύω ομόρριζα, αγορεύω αρχικοί χρόνοι, αγορεύω κλίση αρχαία, αγορεύω σημασία, αγορεύω κλίση, αγορεύω λεξικό γλώσσας ισπανικά, αγορεύω στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • αγορίστικός στα ισπανικά - pueril, infantil, de muchacho, juvenil, de niño
  • αγοραστής στα ισπανικά - comprador, cliente, Si compras, el comprador, del comprador, comprador de
  • αγράμματος στα ισπανικά - ignorante, analfabeto, iletrado, analfabetos, analfabeta, analfabetas
  • αγριοκοιτάζω στα ισπανικά - brillo, relumbrar, deslumbramiento, resplandor, mirada, fulgor
Τυχαίες λέξεις
Αγορεύω στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: abogar, alegar, implorar, declararse, invocar