Αγορεύω στα τσεχικά

Μετάφραση: αγορεύω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
hájit, obhajovat, omlouvat, přiznat, doznat, prosit, dovolávat, namítat
Αγορεύω στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγορεύω

αγορεύω ομόρριζα, αγορεύω αρχικοί χρόνοι, αγορεύω κλίση αρχαία, αγορεύω σημασία, αγορεύω κλίση, αγορεύω λεξικό γλώσσας τσεχικά, αγορεύω στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • αγορίστικός στα τσεχικά - chlapecký, chlapecky, chlapecké, chlapecká, chlapeckým
  • αγοραστής στα τσεχικά - kupující, kupec, zákazník, nákupčí, odběratel, kupujícího, kupujícím
  • αγράμματος στα τσεχικά - nevědomý, neznalý, analfabet, negramotný, negramotných, negramotní, negramotná
  • αγριοκοιτάζω στα τσεχικά - plát, záře, pozlátko, planout, třpytit, zářit, oslnění, ...
Τυχαίες λέξεις
Αγορεύω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: hájit, obhajovat, omlouvat, přiznat, doznat, prosit, dovolávat, namítat