Αγορεύω στα νορβηγικά
Μετάφραση: αγορεύω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
erkjenne, påberope, trygle, trygler, bønnfalle
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγορεύω
αγορεύω ομόρριζα, αγορεύω αρχικοί χρόνοι, αγορεύω κλίση αρχαία, αγορεύω σημασία, αγορεύω κλίση, αγορεύω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, αγορεύω στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- αγορίστικός στα νορβηγικά - gutteaktig, gutte, gutteaktige, guttete, guttaktig
- αγοραστής στα νορβηγικά - kjøperen, kjøper, kjøperens, kjøpers
- αγράμματος στα νορβηγικά - uvitende, analfabet, analfabeter, talt analfabeter, illiterate, lese og skrive
- αγριοκοιτάζω στα νορβηγικά - glans, blending, blende, reflekser, gjenskinn, blendings
Τυχαίες λέξεις
Αγορεύω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: erkjenne, påberope, trygle, trygler, bønnfalle
Μεταφράσεις: erkjenne, påberope, trygle, trygler, bønnfalle