Επικουρικός στα γερμανικά

Μετάφραση: επικουρικός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
nebenstelle, tochtergesellschaft, zweigbetrieb, tochterunternehmen, zusätzlich, filiale, ergänzend, Tochtergesellschaft, Tochter, Tochterunternehmen
Επικουρικός στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επικουρικός

επικουρικός λεξικό, επικουρικός αγγλικά, επικουρικός ακτινοφυσικός, επικουρικός ιατρός, επικουρικόσ μαστόσ, επικουρικός λεξικό γλώσσας γερμανικά, επικουρικός στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • επικοινωνώ στα γερμανικά - kommunizieren, mitteilen, zu kommunizieren, Kommunikation, die Kommunikation
  • επικουρία στα γερμανικά - mitarbeiter, aushilfe, nutzen, hilfe, stütze, unterstützung, sorge, ...
  • επικράτηση στα γερμανικά - überhandnehmen, Häufigkeit, Vorherrschen, Vorherrschaft, Prävalenz, Verbreitung
  • επικρίνω στα γερμανικά - tadeln, kritisieren, zu kritisieren, Kritik, kritisiert
Τυχαίες λέξεις
Επικουρικός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: nebenstelle, tochtergesellschaft, zweigbetrieb, tochterunternehmen, zusätzlich, filiale, ergänzend, Tochtergesellschaft, Tochter, Tochterunternehmen