Επικουρικός στα ιταλικά

Μετάφραση: επικουρικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
filiale, accessorio, sussidiario, controllata, sussidiaria, società controllata
Επικουρικός στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επικουρικός

επικουρικός λεξικό, επικουρικός αγγλικά, επικουρικός ακτινοφυσικός, επικουρικός ιατρός, επικουρικόσ μαστόσ, επικουρικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, επικουρικός στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • επικοινωνώ στα ιταλικά - comunicare, comunicano, comunica, comunicazione, di comunicare
  • επικουρία στα ιταλικά - sovvenire, assistenza, assistere, sussidio, ausilio, soccorso, aiuto, ...
  • επικράτηση στα ιταλικά - prevalenza, diffusione, la prevalenza, di prevalenza, prevalenza di
  • επικρίνω στα ιταλικά - criticare, critica, criticano, critiche, criticare la
Τυχαίες λέξεις
Επικουρικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: filiale, accessorio, sussidiario, controllata, sussidiaria, società controllata