Επικουρικός στα φινλανδικά
Μετάφραση: επικουρικός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
toissijainen, tytäryhtiö, tytäryhtiön, tytäryritys, tytäryhtiölle, toissijaista
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επικουρικός
επικουρικός λεξικό, επικουρικός αγγλικά, επικουρικός ακτινοφυσικός, επικουρικός ιατρός, επικουρικόσ μαστόσ, επικουρικός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, επικουρικός στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- επικοινωνώ στα φινλανδικά - keskustella, kertoa, tiedottaa, välittää, ilmoittaa, toimitettava, kommunikoida
- επικουρία στα φινλανδικά - avunanto, avustaa, avustus, auttaja, huoli, apulainen, edesauttaa, ...
- επικράτηση στα φινλανδικά - yleisyys, enemmistö, määräenemmistö, levinneisyys, esiintyvyys, esiintyvyyden, esiintyvyyttä
- επικρίνω στα φινλανδικά - soimata, torua, kritisoida, sättiä, nuhdella, arvostella, arvostelevat, ...
Τυχαίες λέξεις
Επικουρικός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: toissijainen, tytäryhtiö, tytäryhtiön, tytäryritys, tytäryhtiölle, toissijaista
Μεταφράσεις: toissijainen, tytäryhtiö, tytäryhtiön, tytäryritys, tytäryhtiölle, toissijaista