Παθιασμένος στα γερμανικά

Μετάφραση: παθιασμένος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
heißblütig, begeistert, leidenschaftlich, inbrünstig, leidenschaftliche, leidenschaftlichen, leidenschaftlicher, Leidenschaft
Παθιασμένος στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παθιασμένος

παθιασμένος συνώνυμο, παθιασμένοσ συνώνυμα, παθιασμένος λεξικό γλώσσας γερμανικά, παθιασμένος στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • παθητικό στα γερμανικά - hang, haftung, passiva, verantwortlichkeit, neigung, verschuldung, haftpflicht, ...
  • παθητικός στα γερμανικά - untätig, passives, passiv, passive, passiven, passiver
  • παθογόνος στα γερμανικά - pathogen, pathogenen, pathogene, pathogener
  • παθολογία στα γερμανικά - symptomatik, Pathologie, der Pathologie, pathologischen, Krankheits
Τυχαίες λέξεις
Παθιασμένος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: heißblütig, begeistert, leidenschaftlich, inbrünstig, leidenschaftliche, leidenschaftlichen, leidenschaftlicher, Leidenschaft