Παθιασμένος στα νορβηγικά

Μετάφραση: παθιασμένος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fyrig, lidenskapelig, lidenskapelige, opptatt, opptatt av, brenner
Παθιασμένος στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παθιασμένος

παθιασμένος συνώνυμο, παθιασμένοσ συνώνυμα, παθιασμένος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, παθιασμένος στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • παθητικό στα νορβηγικά - forpliktelse, ansvar, forpliktelser, gjeld, forpliktelsene
  • παθητικός στα νορβηγικά - passiv, passive, passivt
  • παθογόνος στα νορβηγικά - patogene, sykdomsfremkallende, patogen, sykdomsfremkall, sykdomsframkallende
  • παθολογία στα νορβηγικά - patologi, sykdomslære, patologien, patologiske
Τυχαίες λέξεις
Παθιασμένος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: fyrig, lidenskapelig, lidenskapelige, opptatt, opptatt av, brenner