Παθιασμένος στα λετονικά
Μετάφραση: παθιασμένος, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kaislīgs, kaislīgi, kaislīga, dedzīgi, passionate
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παθιασμένος
παθιασμένος συνώνυμο, παθιασμένοσ συνώνυμα, παθιασμένος λεξικό γλώσσας λετονικά, παθιασμένος στα λετονικά
Μεταφράσεις
- παθητικό στα λετονικά - pasīvi, saistības, saistību, saistībām
- παθητικός στα λετονικά - pasīvs, pasīva, pasīvā, pasīvo, pasīvās
- παθογόνος στα λετονικά - patogēns, patogēno, patogēnās, patogēnā, patogēnais
- παθολογία στα λετονικά - patoloģija, patoloģijas, patoloģiju, pataloģiju, pataloģija
Τυχαίες λέξεις
Παθιασμένος στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: kaislīgs, kaislīgi, kaislīga, dedzīgi, passionate
Μεταφράσεις: kaislīgs, kaislīgi, kaislīga, dedzīgi, passionate