Παθιασμένος στα ρουμανικά

Μετάφραση: παθιασμένος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
aprins, pasionat, pasionat de, pasionati, pasional, pasionala
Παθιασμένος στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παθιασμένος

παθιασμένος συνώνυμο, παθιασμένοσ συνώνυμα, παθιασμένος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, παθιασμένος στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • παθητικό στα ρουμανικά - obligaţie, pasive, datorii, pasivelor, pasivele, datoriilor
  • παθητικός στα ρουμανικά - pasiv, pasivă, pasive, pasiva, pasivi
  • παθογόνος στα ρουμανικά - patogen, patogene, patogenă, patogenitate, patogenic
  • παθολογία στα ρουμανικά - patologie, patologia, patologiei, patologii, de patologie
Τυχαίες λέξεις
Παθιασμένος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: aprins, pasionat, pasionat de, pasionati, pasional, pasionala