Εισόδημα στα εσθονικά

Μετάφραση: εισόδημα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
aastatulu, sissetulekud, sissetulek, tulu, sissetuleku, sissetulekuga, sissetulekute
Εισόδημα στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εισόδημα

εισόδημα από ενοίκια, εισόδημα από ατομ. επιχ. παροχής υπηρεσιών ή ελευθ. επαγγ. της παρ. 1 αρθρ. 45 κφε, εισόδημα από κινητές αξίες, εισόδημα από γεωργικές επιχειρήσεις με βάση το αντικειμενικό σύστημα, εισόδημα από ελευθέρια επαγγέλματα, εισόδημα λεξικό γλώσσας εσθονικά, εισόδημα στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • εισροή στα εσθονικά - sissevool, sissevoolu, sissevoolust, sissevooluga, juurdevool
  • εισχωρώ στα εσθονικά - läbistama, tungida, tungivad, imendununa, kaudu imendununa
  • εκατομμύριο στα εσθονικά - miljon, miljonit, miljoni, mln, miljonit eurot
  • εκατονταετηρίδα στα εσθονικά - sajand, saja aasta juubel, Saja, aastapäev, sajandat aastapäeva, sajandat
Τυχαίες λέξεις
Εισόδημα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: aastatulu, sissetulekud, sissetulek, tulu, sissetuleku, sissetulekuga, sissetulekute