Εισόδημα στα λευκορωσικά
Μετάφραση: εισόδημα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
даход, прыбытак
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εισόδημα
εισόδημα από ενοίκια, εισόδημα από ατομ. επιχ. παροχής υπηρεσιών ή ελευθ. επαγγ. της παρ. 1 αρθρ. 45 κφε, εισόδημα από κινητές αξίες, εισόδημα από γεωργικές επιχειρήσεις με βάση το αντικειμενικό σύστημα, εισόδημα από ελευθέρια επαγγέλματα, εισόδημα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εισόδημα στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- εισροή στα λευκορωσικά - прыток
- εισχωρώ στα λευκορωσικά - пранікаць
- εκατομμύριο στα λευκορωσικά - мільён
- εκατονταετηρίδα στα λευκορωσικά - сталецьце, стагоддзе, стагодзьдзе
Τυχαίες λέξεις
Εισόδημα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: даход, прыбытак
Μεταφράσεις: даход, прыбытак