Εισόδημα στα τσεχικά
Μετάφραση: εισόδημα, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
výdělek, důchod, příjem, výnos, příjmy, příjmů, výnosy, příjmu
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εισόδημα
εισόδημα από ενοίκια, εισόδημα από ατομ. επιχ. παροχής υπηρεσιών ή ελευθ. επαγγ. της παρ. 1 αρθρ. 45 κφε, εισόδημα από κινητές αξίες, εισόδημα από γεωργικές επιχειρήσεις με βάση το αντικειμενικό σύστημα, εισόδημα από ελευθέρια επαγγέλματα, εισόδημα λεξικό γλώσσας τσεχικά, εισόδημα στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- εισροή στα τσεχικά - přítok, vtok, příliv, nával, přílivu, přítoku, přívod
- εισχωρώ στα τσεχικά - proniknout, pronikat, vnikat, prostoupit, prosáknout, pronikají, proniknou, ...
- εκατομμύριο στα τσεχικά - milión, milionů, mil, milionu, miliónů
- εκατονταετηρίδα στα τσεχικά - století, sté výročí, Centenary, výročí, stého výročí, sté
Τυχαίες λέξεις
Εισόδημα στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: výdělek, důchod, příjem, výnos, příjmy, příjmů, výnosy, příjmu
Μεταφράσεις: výdělek, důchod, příjem, výnos, příjmy, příjmů, výnosy, příjmu