Εισόδημα στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: εισόδημα, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
приходи, приход, приходите, приходот, данок на
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εισόδημα
εισόδημα από ενοίκια, εισόδημα από ατομ. επιχ. παροχής υπηρεσιών ή ελευθ. επαγγ. της παρ. 1 αρθρ. 45 κφε, εισόδημα από κινητές αξίες, εισόδημα από γεωργικές επιχειρήσεις με βάση το αντικειμενικό σύστημα, εισόδημα από ελευθέρια επαγγέλματα, εισόδημα λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, εισόδημα στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- εισροή στα σλαβομακεδονικά - прилив, приливот, прилив на, приливот на, приливи
- εισχωρώ στα σλαβομακεδονικά - проникне, продираат, навлезат, да навлезат, навлегуваат
- εκατομμύριο στα σλαβομακεδονικά - милиони, милиони евра, милион, милиона
- εκατονταετηρίδα στα σλαβομακεδονικά - векот, стогодишнината, стогодишнина, сто години, сто годишнина
Τυχαίες λέξεις
Εισόδημα στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: приходи, приход, приходите, приходот, данок на
Μεταφράσεις: приходи, приход, приходите, приходот, данок на