Εισόδημα στα νορβηγικά
Μετάφραση: εισόδημα, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
inntekt, inntekter, inntekten, resultat
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εισόδημα
εισόδημα από ενοίκια, εισόδημα από ατομ. επιχ. παροχής υπηρεσιών ή ελευθ. επαγγ. της παρ. 1 αρθρ. 45 κφε, εισόδημα από κινητές αξίες, εισόδημα από γεωργικές επιχειρήσεις με βάση το αντικειμενικό σύστημα, εισόδημα από ελευθέρια επαγγέλματα, εισόδημα λεξικό γλώσσας νορβηγικά, εισόδημα στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- εισροή στα νορβηγικά - tilsig, tilstrømning, tilsiget, inngang, innstrømning, innstrømming
- εισχωρώ στα νορβηγικά - trenge, trenge inn, trenge gjennom, penetrere, trenge inn i
- εκατομμύριο στα νορβηγικά - millioner, million, mill, millioner kroner, kroner
- εκατονταετηρίδα στα νορβηγικά - århundre, hundreårsjubileum, jubileums, hundre, hundreårsjubileet, hundreårs
Τυχαίες λέξεις
Εισόδημα στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: inntekt, inntekter, inntekten, resultat
Μεταφράσεις: inntekt, inntekter, inntekten, resultat