Υπάρχω στα εσθονικά

Μετάφραση: υπάρχω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
eksisteerima, olemas, on olemas, eksisteeri, eksisteerivad
Υπάρχω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπάρχω

υπάρχω συνώνυμο, υπάρχω λατσιά, υπάρχω ετυμολογια, υπάρχω _ στέλιος καζαντζίδης στιχοι, υπάρχω για σένα, υπάρχω λεξικό γλώσσας εσθονικά, υπάρχω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • υπάλληλος στα εσθονικά - ametnik, müüja, töötaja, töötajate, töötajale, töövõtja, töötajal
  • υπάρχοντα στα εσθονικά - varanatuke, asjad, asjade, asju, esemete, esemed
  • υπέρβαρος στα εσθονικά - ülekaaluline, ülekaalulisuse, ülekaalulised, ülekaaluliste, ülekaalulisus
  • υπέροχος στα εσθονικά - muinasjutuline, imetore, müütiline, imepärane, suurepärane, imeline, suurepärast, ...
Τυχαίες λέξεις
Υπάρχω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: eksisteerima, olemas, on olemas, eksisteeri, eksisteerivad