Υπάρχω στα ρουμανικά
Μετάφραση: υπάρχω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
exista, există, existe, existența, existat
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπάρχω
υπάρχω συνώνυμο, υπάρχω λατσιά, υπάρχω ετυμολογια, υπάρχω _ στέλιος καζαντζίδης στιχοι, υπάρχω για σένα, υπάρχω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, υπάρχω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- υπάλληλος στα ρουμανικά - angajat, angajat al, salariat, angajaților, angajatilor
- υπάρχοντα στα ρουμανικά - proprietate, bunuri, lucrurile, bunurile, obiecte, bunurilor
- υπέρβαρος στα ρουμανικά - excesul de greutate, supraponderali, excesului de greutate, supraponderal, supraponderale
- υπέροχος στα ρουμανικά - splendid, excelent, minunat, strălucitor, catre, minunată, de catre, ...
Τυχαίες λέξεις
Υπάρχω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: exista, există, existe, existența, existat
Μεταφράσεις: exista, există, existe, existența, existat