Υπάρχω στα φινλανδικά

Μετάφραση: υπάρχω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
olla olemassa, ilmetä, olla, selviytyä, selvitä, elää, ole, olemassa, on olemassa
Υπάρχω στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπάρχω

υπάρχω συνώνυμο, υπάρχω λατσιά, υπάρχω ετυμολογια, υπάρχω _ στέλιος καζαντζίδης στιχοι, υπάρχω για σένα, υπάρχω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, υπάρχω στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • υπάλληλος στα φινλανδικά - liikeapulainen, kirjanpitäjä, virkailija, kirjuri, työntekijä, työntekijän, työntekijöiden, ...
  • υπάρχοντα στα φινλανδικά - omaisuus, tavarat, omaisuutensa, tavaransa, omaisuuttasi
  • υπέρβαρος στα φινλανδικά - tanakka, ylipainoinen, ylipainoisia, ylipaino, ylipainoon, ylipainon
  • υπέροχος στα φινλανδικά - erinomainen, uhkea, oiva, uljas, korkealaatuinen, suunnaton, upea, ...
Τυχαίες λέξεις
Υπάρχω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: olla olemassa, ilmetä, olla, selviytyä, selvitä, elää, ole, olemassa, on olemassa