Ασκώ στα ισλανδικά
Μετάφραση: ασκώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
elta, æfing, æfa, æfingu, hreyfing, hreyfingu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασκώ
ασκώ επάγγελμα, ασκώ έφεση, ασκώ ποινική δίωξη, ασκώ βέτο, ασκώ το δίδειν, ασκώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ασκώ στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ασκητικός στα ισλανδικά - ascetic
- ασκητισμός στα ισλανδικά - asceticism
- ασπίδα στα ισλανδικά - skjöldur, skjöld, verja, hlífa, að verja
- ασπιρίνη στα ισλανδικά - aspirín, acetýlsalicýlsýra, aspiríni, asetýlsalisýlsýru
Τυχαίες λέξεις
Ασκώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: elta, æfing, æfa, æfingu, hreyfing, hreyfingu
Μεταφράσεις: elta, æfing, æfa, æfingu, hreyfing, hreyfingu