Ασκώ στα ρουμανικά
Μετάφραση: ασκώ, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
urmări, practica, exercițiu, exercitarea, exercitiu, exercițiu de, exercitii
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασκώ
ασκώ επάγγελμα, ασκώ έφεση, ασκώ ποινική δίωξη, ασκώ βέτο, ασκώ το δίδειν, ασκώ λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ασκώ στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ασκητικός στα ρουμανικά - ascetic, ascet, ascetică, ascetice, ascetica
- ασκητισμός στα ρουμανικά - ascetism, ascetismul, ascetismului, asceza, asceză
- ασπίδα στα ρουμανικά - scut, proteja, protejeze, a proteja, scutul
- ασπιρίνη στα ρουμανικά - aspirină, aspirina, aspirinei, acid acetilsalicilic, de aspirina
Τυχαίες λέξεις
Ασκώ στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: urmări, practica, exercițiu, exercitarea, exercitiu, exercițiu de, exercitii
Μεταφράσεις: urmări, practica, exercițiu, exercitarea, exercitiu, exercițiu de, exercitii