Ασκώ στα τούρκικα
Μετάφραση: ασκώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
egzersiz, idman, bir egzersiz, alıştırma, egzersizi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασκώ
ασκώ επάγγελμα, ασκώ έφεση, ασκώ ποινική δίωξη, ασκώ βέτο, ασκώ το δίδειν, ασκώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, ασκώ στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ασκητικός στα τούρκικα - sofu, münzevi, çileci, ascetic, münzevi bir
- ασκητισμός στα τούρκικα - sofuluk, asceticism, asketikler, çilecilik
- ασπίδα στα τούρκικα - kalkan, tampon, korumak, korumaya, kalkanı, koruma
- ασπιρίνη στα τούρκικα - aspirin, aspirinin, aspirine, aspirinle
Τυχαίες λέξεις
Ασκώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: egzersiz, idman, bir egzersiz, alıştırma, egzersizi
Μεταφράσεις: egzersiz, idman, bir egzersiz, alıştırma, egzersizi