Ασκώ στα ισπανικά

Μετάφραση: ασκώ, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
perseguir, acosar, ejercer, ejercitar, proseguir, utilizar, ejercicio, el ejercicio, ejercicio de, ejercicios, de ejercicio
Ασκώ στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασκώ

ασκώ επάγγελμα, ασκώ έφεση, ασκώ ποινική δίωξη, ασκώ βέτο, ασκώ το δίδειν, ασκώ λεξικό γλώσσας ισπανικά, ασκώ στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • ασκητικός στα ισπανικά - ascético, asceta, ascética, ascéticos, ascetismo
  • ασκητισμός στα ισπανικά - ascetismo, ascesis, el ascetismo, ascética, la ascesis
  • ασπίδα στα ισπανικά - escudo, proteger, broquel, parachoques, escudar, tope, resguardar, ...
  • ασπιρίνη στα ισπανικά - aspirina, la aspirina, de aspirina, aspirin, aspirinas
Τυχαίες λέξεις
Ασκώ στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: perseguir, acosar, ejercer, ejercitar, proseguir, utilizar, ejercicio, el ejercicio, ejercicio de, ejercicios, de ejercicio