Ασκώ στα σλοβενικά
Μετάφραση: ασκώ, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vadba, vaja, uveljavljanje, vaje, uresničevanje
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασκώ
ασκώ επάγγελμα, ασκώ έφεση, ασκώ ποινική δίωξη, ασκώ βέτο, ασκώ το δίδειν, ασκώ λεξικό γλώσσας σλοβενικά, ασκώ στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- ασκητικός στα σλοβενικά - asketa, asketski, asket, asketsko, asketska, Isposnik
- ασκητισμός στα σλοβενικά - askeze, asketizem, askeza, asketizem je
- ασπίδα στα σλοβενικά - ščit, ščititi, zaščitile, ščiti, ščitijo
- ασπιρίνη στα σλοβενικά - aspirin, aspirina, aspirinom, acetilsalicilno kislino, acetilsalicilna kislina
Τυχαίες λέξεις
Ασκώ στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: vadba, vaja, uveljavljanje, vaje, uresničevanje
Μεταφράσεις: vadba, vaja, uveljavljanje, vaje, uresničevanje