Ασκώ στα σουηδικά
Μετάφραση: ασκώ, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
utöva, träna, förfölja, övning, motion, utövandet, träning, utövande
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασκώ
ασκώ επάγγελμα, ασκώ έφεση, ασκώ ποινική δίωξη, ασκώ βέτο, ασκώ το δίδειν, ασκώ λεξικό γλώσσας σουηδικά, ασκώ στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ασκητικός στα σουηδικά - asket, asketiska, asketisk, asketen, asketiskt
- ασκητισμός στα σουηδικά - asceticism, asceticismen, askes, asketism, asketismen
- ασπίδα στα σουηδικά - skydda, buffert, sköld, skyddar, avskärma, skärma
- ασπιρίνη στα σουηδικά - acetylsalicylsyra, aspirin, huvudvärkstabletten, ASA
Τυχαίες λέξεις
Ασκώ στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: utöva, träna, förfölja, övning, motion, utövandet, träning, utövande
Μεταφράσεις: utöva, träna, förfölja, övning, motion, utövandet, träning, utövande