Διορίζω στα ισλανδικά

Μετάφραση: διορίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
depute
Διορίζω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διορίζω

διορίζω στα αγγλικά, διορίζω αντίκλητο, ορίζω συνωνυμα, διορίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, διορίζω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • διορία στα ισλανδικά - heiti, frestur, fresturinn, frest, Sækja um, skilafrestur
  • διορίζομαι στα ισλανδικά - fjárfesta, skipaður, ráðinn, skipaði, skipaðir, skipað
  • διορατικός στα ισλανδικά - skarpskyggn, glöggskyggn
  • διορατικότητα στα ισλανδικά - innsýn, innsæi, skilningur, innsæið
Τυχαίες λέξεις
Διορίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: depute