Διορίζω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: διορίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
depute
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διορίζω
διορίζω στα αγγλικά, διορίζω αντίκλητο, ορίζω συνωνυμα, διορίζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, διορίζω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- διορία στα σλαβομακεδονικά - рокот, рок, Крајниот рок, краен рок, Крајна
- διορίζομαι στα σλαβομακεδονικά - назначен, Назначени, наименуван, наименуван за, назначен за
- διορατικός στα σλαβομακεδονικά - предвидлив
- διορατικότητα στα σλαβομακεδονικά - увид, на увид, преглед, увид во, увидот
Τυχαίες λέξεις
Διορίζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: depute
Μεταφράσεις: depute