Εριστικός στα ισλανδικά

Μετάφραση: εριστικός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hræða, deilugjarn
Εριστικός στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εριστικός

εριστικός στα αγγλικα, εριστικός αγγλικά, εριστικός συνώνυμα, εριστικός συνώνυμο, εριστικός ιστός, εριστικός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εριστικός στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • ερημικός στα ισλανδικά - einsetukona, recluse
  • ερημώνω στα ισλανδικά - depopulate
  • ερμηνεία στα ισλανδικά - túlkun, þýðing, túlka, túlkunin
  • ερμηνεύω στα ισλανδικά - lesa, lesið, að lesa, las, lestu
Τυχαίες λέξεις
Εριστικός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hræða, deilugjarn