Εριστικός στα τούρκικα
Μετάφραση: εριστικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kavgacı, quarrelsome, kavgaci, kavgacı bir, geçimsiz
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εριστικός
εριστικός στα αγγλικα, εριστικός αγγλικά, εριστικός συνώνυμα, εριστικός συνώνυμο, εριστικός ιστός, εριστικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, εριστικός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ερημικός στα τούρκικα - keşiş, münzevi, inzivaya çekilmiş, bir münzevi, köşesine çekilmiş
- ερημώνω στα τούρκικα - nüfusunu azaltmak, nüfusun azalması, nüfusun artması, halinde çıkarmak, nüfuslarını azaltmak
- ερμηνεία στα τούρκικα - yorumlama, yorumu, yorumlanması, yorum, tercüme
- ερμηνεύω στα τούρκικα - okumak, okuyun, devamını oku, okuyunuz, okuyabilir
Τυχαίες λέξεις
Εριστικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kavgacı, quarrelsome, kavgaci, kavgacı bir, geçimsiz
Μεταφράσεις: kavgacı, quarrelsome, kavgaci, kavgacı bir, geçimsiz