Εριστικός στα λετονικά
Μετάφραση: εριστικός, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
strīdīgs, ķildīgs, kašķīgs
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εριστικός
εριστικός στα αγγλικα, εριστικός αγγλικά, εριστικός συνώνυμα, εριστικός συνώνυμο, εριστικός ιστός, εριστικός λεξικό γλώσσας λετονικά, εριστικός στα λετονικά
Μεταφράσεις
- ερημικός στα λετονικά - vientuļnieks, vientulis, vientuļš, vientulīgs, vientuļnieka
- ερημώνω στα λετονικά - iznīcināt iedzīvotājus, samazināt iedzīvotāju, samazināt iedzīvotāju skaitu
- ερμηνεία στα λετονικά - pulējums, spodrinājums, interpretēšana, iztulkošana, interpretācija, interpretāciju, interpretācijai
- ερμηνεύω στα λετονικά - tulkot, lasīt, izlasīt, nolasīt, lasa
Τυχαίες λέξεις
Εριστικός στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: strīdīgs, ķildīgs, kašķīgs
Μεταφράσεις: strīdīgs, ķildīgs, kašķīgs